Ατέλειωτη ευχαρίστηση

 Αν και ήταν μόνο τέσσερα άτομα είχαν καταφέρει να πιάσουν έξι ξαπλώστρες. Η μάνα, ο πατέρας και οι δύο γιοί τους. Ολοι τους με μυγέ γυαλιά. Ο πατέρας κράταγε μια Kontra News στα χέρια του. Για κάποιο λόγο θεώρησε σκόπιμο να διαφημίσει την εφημερίδα στη διπλανή οικογένεια: πενήντα λεπτά, μόνο αυτή εμπιστεύομαι, όλοι οι άλλοι είναι αλήτες. Αφού δε βρήκε ανταπόκριση έπιασε την μπροστινή οικογένεια και μετά την πισινή. 

Φώναξαν τη σερβιτόρα. Ο πατέρας ανέλαβε την "ξήγα". 

- Λοιπόν πως χρεώνεις εδώ τις ξαπλώστρες;

- Καλημερα σας, δεν υπάρχει χρέωση αλλά γενικά λέμε μια ξαπλώστρα ανα άτομο και...

-Λοιπόν άστα αυτά τώρα, εμένα θα μου φέρεις ένα φρέντο εσπρέσο μέτριο, κοίτα όταν λέμε μέτριο, εννοούμε μέτριο έτσι; Ούτε γλυκό, ούτε πικρό, αν δεν μπορείς να το φτιάξεις να μου πεις να έρθω εγώ γιατί έχετε καλομάθει, εσύ Κατερίνα τι θα πάρεις; Παιδιά εσείς; Ένα φρέντο καπουτσίνο με καστανή ζάχαρη, γλυκό, έναν φρέντο μέτριο, τον πρώτο κάντο καπουτσίνο σκέτο και έναν φρέντο καπουτσίνο γλυκό, εσύ θες κανέλα; Λοιπόν κανέλα στον δεύτερο και στο τέταρτο σοκολάτα. Α, τελικά γλυκό; Ωραία κάντο γλυκό και φρέντο σκέτο τελικά και τέσσερα νερά. Ελπίζω να μην τα χρεώνεις γιατί αυτό είναι απάτη και θα σας καταγγείλω. Λοιπόν τον ένα γλυκό τελικά κάντον μέτριο με μαύρη και τον μέτριο καπουτσίνο με καστανή και φέρε τα δύο νερά να είναι με πάγο. Α και κοίτα στον ένα καφέ να έχει παγάκια, πολλά έ; Τζάμπα είναι, ο άλλος χωρίς παγάκια, μόνο καφές. Και να είναι στο ίδιο επίπεδο έτσι; Μην είστε εβραίοι. Αντε και γρήγορα. Σβέλτα. Έπρεπε ήδη να τους έχεις φέρει.

Η σερβιτόρα τους έφτιαξε τέσσερις σκέτους φραπέδες με ροχάλα.

ΡΟΚΥ 666


Είχε ξυπνήσει σε μια ξαπλώστρα. Χθες το βράδυ είχε πιει έξι μπυρες, τρία τζόνι κολα και μισό κιλό ρακί.

"Ρε θα το πιούμε αυτό το ξέπλυμα που λέτε εσείς πρεντο, φρεντο, σκέντο πωσκατατολετε, φέρε μου ένα ζεστό ελληνικό καφέ να γιάνω πρωί πρωί και θα το πιούμε και αυτό" είπε ο Τάσος Παπαδόπουλος στον σερβιτόρο που ήρθε να πάρει την παραγγελία του, ομπρέλα νο 4 στο τοπικό καφέ "Καφέ Τζον" στην παραλία της Μαμούλαινας.

Το γκαρσόνι έφυγε, ο Τάσος άναψε ένα τσιγάρο και είπε δυνατά στην άγνωστη οικογένεια της διπλανής ξαπλώστρας: "Αααα όλα κι όλα, εγώ το πρωί αν δεν πιω τον ελληνικό μου τον καφέ δεν μπορώ να ξυπνήσω, απορώ με σας τους νέους πως μπορείτε να πίνετε αυτό το νεροζούμι, δεν ξέρετε από καφέδες".

Η διπλανή οικογένεια Σουηδών δεν κατάλαβε τίποτα από τον περίεργο τύπο της διπλανής ξαπλώστρας επειδή δεν μιλούσαν ελληνικά.

"Τζερμαν, τζερμαν; χαιλχιτλερ, Μερκελ και ο άλλος ο σόμπες; Ααα ρε Τσίπρας σας χρειάζεται, Ελλάδα ρε, ήλιος και αμμουδιά ρε γερμαναραδες, φιλότιμο ρεεεεε" και έδωσε μια φιλική φάπα στον Σουηδό.

Ο σερβιτόρος του έφερε τον καφέ σε ενα χάρτινο κυπελλάκι.

Ο Τάσος έδωσε 25 λεπτά του ευρώ στον σερβιτόρο και του είπε:
"Εγώ τόσο τον παίρνω, αν έχεις κανα πρόβλημα πες στο αφεντικό να έρθει να μου κάνει φασαρία εδω. Εγώ το έχτισα αυτο το μαγαζί μικρέ, τσακίδια τώρα.

Ρούφηξε τον καφέ του (που ήταν κατά 67% γενετικό υλικό του σερβιτόρου) και άφησε μια δυνατή πορδή να ακουστεί σε όλη την παραλία.

"Γαμώ του μασωνους μέσα γαμώ, που την κονόμησες την πουτανίτσα ρε μπαγάσα; Ωραίο μωρό" είπε στον διπλανό Σουηδό και του έκλεισε το μάτι. Εκείνος κατάλαβε από το ύφος το περιεχόμενο τυ σχολίου του Τάσου και του ζήτησε να τους αφήσει ήσυχους.

Ο Τάσος εξέλαβε την απάντηση ως προσβολή και άρχισε να λέει κάτι για φούρνους, άουσβιτς και πως η Γερμανία θέλει μπόμπες κάθε βδομάδα γιατί το είχε πει ο Καραισκακης και εκανε να πάει να χτυπήσει τον Σουηδό.

Ο Σουηδός πρωταγωνιστής του Ροκυ 4 Ντολφ Λούντγκρεν έπιασε τον Τάσο και του έχωσε το κεφάλι στην άμμο. Το γκαρσόνι τον αναγνώρισε και του ζήτησε αυτόγραφο.

Η ΕΚΔΙΚΗΣΗ ΕΧΕΙ ΧΡΩΜΑ ΡΟΖ



Τα παιδιά (Σοφιλένια, 11- Φανημαρία, 12) ήταν τα κλασσικά κακομαθημένα κωλόπαιδα που συναντάς σε κάθε παραλία. Από τις 10 το πρωί που ξυπνούσαν μέχρι τις 12 το βράδυ που έπεφταν σε θερινή νάρκη ούρλιαζαν συνέχεια, πέταγαν πέτρες και χαλίκια στους λουόμενους, έφτυναν το φαγητό, ενοχλούσαν τα κατοικίδια και φρόντιζαν να σκορπίζουν τα παιχνίδια, τις πετσέτες τους, τα μπαλάκια του τέννις και τα βατραχοπέδιλα τους σε όλη την παραλία. Οι γονείς, νεόπλουτοι ψιλοκομπιναδοροι του χρηματιστηρίου, ΠΑΣΟΚ, φρόντιζαν να τους αγοράζουν ότι τράβαγε η ψυχή τους για να κερδίσουν δευτερόλεπτα ηρεμίας. Το μόνο που της έκανε πραγματικά να σκάσουν όμως ήταν εκείνο τπ πλαστικό φουσκωτό ζωάκι.

Όχι ότι έπαιζαν μαζί του βέβαια. Απλά το χρησιμοποιούσαν για να τη σπάσουν ακόμα περισσότερο στους λουόμενους: το πέταγαν πάνω σε ανυποψίαστους παραθεριστές που έπαιρναν την μεσημεριανή σιέστα τους πάνω σε ξαπλώστρες, έκαναν τα υπόλοιπα παιδιά να ζηλέψουν, είχαν πάρει μαρκαδόρο και είχαν γράψει αισχρολογίες πάνω του για να τσαντιστούν τους ηλικιωμένους και χρησιμοποιούσαν τον εντυπωσιακό όγκο του για να ενοχλήσουν τις διπλανές ξαπλώστρες.

Μέχρι που μια μέρα το φουσκωτό ζωάκι έσκασε από το τσιγάρο ενός εκνευρισμένοι παραθεριστή.

Τα κορίτσια άρχισαν να ουρλιάζουν περισσότερο από ποτέ και να βρίζουν τους πάντες. Οι γονείς τους αναγκάστηκαν να τα μαζέψουν και να φύγουν.

Το ίδιο απόγευμα τα κορίτσια έβγαλαν όλη την οργή τους πάνω στο φουσκωτό ζωάκι. Αφού τπυ πάτησαν και ούρησαν πάνω του, το έκαψαν και το έθαψαν πρόχειρα στην παραλία.

Κακή ιδέα βέβαια μιας και η παραλία ήταν αρχαίο πελασγικό νεκροταφείο. Αρχαία οργή γέμισε το φουσκωτό ζωάκι και του έδωσε συνείδηση. Αντί για αέρα φούσκωσε με μίσος για την ανθρωπότητα. Κατέστρωσε το σχέδιο του: θα γέμιζε κάθε παραλία του κόσμου, από ξεχασμένο φουσκωτό σε επαρχιακό μπακάλικο θα γινόταν ένα σύμβολο στάτους.

Και τότε θα χτυπούσε. Θα έπαιρνε εκδίκηση από την ανθρωπότητα.

Κανένας δε μπορεί να ξεχάσει εκείνο το καλοκαίρι όταν σαρκοβόρα φουσκωτά ροζ φλαμίνγκο άρχισαν να επιτίθενται και να τρώνε ζωντανούς λουόμενους.

Ο ροζ εφιάλτης είχε αρχίσει. Το τέλος του ανθρώπινου πολιτισμού ήταν κοντά.

ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΛΟΝΤΟΣ - ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟ ΧΩΡΙΟ



«Φτωχοί είμασταν. Δεν είχαμε στον ήλιο μοίρα. Ο πατέρα μου, ο μπάρμπα Αρίστος ήταν αγρότης. Ο πατέρας του, ο παππούς μου ο Αχιλλέας αγρότης και αυτός. Τα χέρια του σκαμμένα, οργωμένα σαν τη γη αλλά και οι δυο τους με ένα χαμόγελο ίσα με τον ουρανό. Έχει ο θεός, έλεγαν, κάθε εμπόδιο σε καλό, στην αναβροχιά καλό και το χαλάζι. Μας μεγάλωσε και μας μόρφωσε η ίδια η ζωή. Στο χωριό δεν είχαμε δάσκαλο, μόνο έναν παπά που μας μάθαινε λίγα κολυβογράμματα. Έπαιρνε όλα τα παιδιά στο δάσος. Μας έστηνε και μας μάθαινε την αγάπη του Χριστού και τις αξίες της ζωής. Τη γλώσσα σας, μας έλεγε ο παπά Ανέστης, τη γλώσσα και την πίστη σας να έχετε και όλα θα πάνε καλά. Φτωχική ζωή. Δύσκολα χρόνια. Κατεβαίναμε στη ράχη της Μαμούλαινας που ήταν η πηγή για να γεμίσουμε μια κατσαρόλα με νερό και μετά άντε πάλι πίσω να το φέρουμε στο σπίτι. Αλλά δεν καταλαβαίναμε από κούραση. Όταν γυρνάγαμε σπίτι και τρώγαμε τη σούπα ζεσταινόταν η καρδιά μας. Πόσες φορές φάγαμε σούπα από την κατσαρόλα. Ούτε πιάτα ούτε κουτάλια, κατ ευθείαν από μέσα. Και ξερό ψωμί να μουλιάζει και να το τρως σαν να είναι το καλύτερο πιάτο σε ακριβό εστιατόριο. Θυμάμαι να μαζεύουμε τα στάχυα με τα χέρια και να τα σπάμε ψιλά ψιλά κομματάκια για να γίνουν αλεύρι. Το καλύτερο ψωμί. Και ντομάτα από το περβόλι. Αληθινή ντομάτα, να την τρως και να καταλαβαίνεις ντομάτα. Χωρίς χημικά. Φτωχοί άνθρωποι αλλά με πλούσια καρδιά και ζωντανές αναμνήσεις.»

ΠΑΣΧΑ



Ο ξάδερφος Ιορδάνης ήταν μια ιδιαίτερη περίπτωση ανθρώπου. 

Στα 32 του του ήταν Emo skater και άραζε σκαλάκια Σύνταγμα. Μαύρα Vans, μαύρο τζιν, μαύρο T shirt, μαύρα μαλλιά, μαύρα νύχια, μαύρο eyeliner, μαύρο σκέιτ.

Στα 33 του και ενώ έκανε σκέιτ σε έναν ερημικό δρόμο μέσα στη νύχτα, τον πάτησε κατά λάθος ένα ταξιτζής. Το δικαστήριο έδωσε αποζημίωση στον ταξιτζή επειδή ο Ιορδάνης πήγαινε αντίθετα στο ρεύμα χωρίς να φοράει κάποιο διακριτικό.

Ο Ιορδάνης χτύπησε άσχημα το κεφάλι του.

Στα 34 του μπήκε στη Νεολαία Σύριζα.

Τώρα είναι 35 και είναι το μεγαλύτερο σε ηλικία μέλος της.

Ο Ιορδάνης είναι vegan. Ο Ιορδάνης ποτέ δεν ήταν vegan. Η παραμικρή υποψία πρασινάδας στο πιάτο του ισοδυναμούσε με σκηνικά συνωστισμού στις αποβάθρες του Izmir. Επίσης υποψιάζομαι ότι ο Ιορδάνης ΔΕΝ είναι vegan αλλά το κάνει μόνο και μόνο για να την σπάσει σε όλους.

Ο σπασαρχιδισμός είναι το μόνο πράγμα στο οποίο πιστεύει ο Ιορδάνης.

Επίσης είναι ψυχοπαθής.
Το 2016 ο Ιορδάνης έγινε μέλος της ιστορικής θεατρικής ομάδας της Μαμούλαινας. 

Το 2017 όλα τα μέλης της εκτός του Ιορδάνη είχαν αποχωρήσει και δύο τρεις είχαν καταλήξει με σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα από το στρες που τους δημιουργούσε ο Ιορδάνης.

Η θεία, ο θείος και ο Ιορδάνης ήρθαν ακάλεστοι και χωρίς προειδοποίηση, Μεγάλη Παρασκευή στο σπίτι στο χωριό για να κάνουμε οικογενειακά Πάσχα. 

Ο Ιορδάνης πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της Παρασκευής και του Σαββάτου να μας πρήζει τα παπάρια για την ένδοξη διαπραγμάτευση, την ιστορική σημασία του δημοψηφίσματος.

Για το πως είμαστε εθνοπροδότες που δεν πήγαμε να ψηφίσουμε.

Όταν δεν μίλαγε για αυτά τότε μίλαγε για το άτμισμα τσιμπουκάρωντας γρήγορες, υγρές ρουφηξιές από το vape του. Γεμίζοντας την ατμόσφαιρα με ένα μείγμα εσάνς πικραμύγδαλου και κρεμμυδίλας. 

Η Κυριακή του Πάσχα ήταν το αποκορύφωμα. Ο Ιορδάνης άρχισε τις σχίζες νωρίς νωρίς για το πως είμαστε όλοι δολοφόνοι φασίστες και για το πως θα έπρεπε να μας στήσουν στον τοίχο και να μας εκτελέσουν επειδή θα ψήναμε αρνί. Προσπάθησαν να τον ηρεμίσουν με την υπόσχεση ότι θα του έφτιαχναν vegan μαγειρίτσα. Αυτό τον εξαγρίωσε και άλλο για κάποιο λόγο που ποτέ δεν κατάλαβα. 

Σε μια στιγμή τράβηξε την μπρίζα από το μοτέρ που γύριζε τη σούβλα και άρχισε να πετάει στάχτη πάνω στο ψητό. Αυτή ήταν και η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.

Ο πατέρας μου άρχισε να φωνάζει στη θεία ότι πρέπει να φύγουν ή να μαζέψουν τον Ιορδάνη. Η θεία και ο θείος παρέμεναν αδιάφοροι λέγοντας ότι “το παιδί απλά εκφράζεται”. Νομίζω ότι είδα σε μια στιγμή τον Ιορδάνη να ρίχνει ένα μειδίαμα ευχαρίστησης που τα έκανε όλα μπουρδέλο. 

Τα μάζεψαν και έφυγαν. Ο Ιορδάνης έγραψε μια ανάρτηση στο προσωπικό του μπλογκ για το πόσο φρικτά πέρασε το Πάσχα με τους φασίστες κωλόβλαχους. 

ΧΕΡΙ


Η ΣΥΝΤΑΓΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ



Στα χέρια του το τελευταίο μοντέλο IPad με ένα τεράστιο αυτοκόλλητο no borders να καλύπτει το λογότυπο. Μαυρισμένο και γυμνασμένο σώμα γεμάτο tribal τατουάζ. Καλοχτενισμένο μούσι και μακρύ μαλλί να καταλήγει σε δυο κοτσιδάκια. Γυαλιά οράσεως με χοντρό σκελετό. Μαγιό που δεν έχει δει σταγόνα θάλασσας. Διάβαζε ενα άρθρο στην ηλεκτρονική έκδοση της Αυγής. 
Γύρισε στην κοπέλα του.
"Μου αρέσει αυτη η παραλία, έρχομαι σε επαφή με τον απλό κόσμο, τους προλετάριους. Δεν πρέπει να ξεχνάμε από που ερχόμαστε για να γνωρίζουμε που πάμε."
Φώναξε τον σερβιτόρο.
"Φίλε μου θα μας φέρεις έναν κατάλογο;"
"Συγγνώμη άλλα δεν σερβίρουμε φαγητό σε ξαπλώστρες, μόνο καφέ, αναψυκτικά, κάνα τοστ"
"Σίγουρα θα μπορείς να κάνεις κάτι για αυτό όμως έτσι, Πελάτες είμαστε"
"Θα ρωτήσω το αφεντικό"
Ο χιπστερ συνέχισε να μιλάει στην κοπέλα του.
"Θέλω να είμαι κοντά στον κόσμο. Οι καλύτερες διακοπές μου ήταν σε ένα χωριό στην Ανατολική Ινδία, ένοιωσα ίσος προς τον απλό κόσμο. Ευγενικοί άνθρωποι, σκίστηκαν να μας εξυπηρετούν, κάναμε και γιόγκα με έναν εκπαιδευτή που είχε έρθει αποκλειστικά για εμάς από την Καλιφόρνια. Ξέρουν από φιλοξενία. Σε κάνουν να αισθάνεσαι σαν μια μεγάλη οικογένεια. Υπάρχει ζωή και μακριά απο τον καπιταλισμό."
Ξανάνοιξε το iPad του και έβαλε να παίζει ένα παραδοσιακό τραγούδι από το Μπαλί. 

Ο σερβιτόρος επέστρεψε και είπε:
"Το αφεντικό λέει ότι μπορούμε να σερβίρουμε κάτι απλό για εσάς, έχουμε ποικιλία αλλαντικών, θαλασσινών, πιατέλα με κρεατικά..."
"Έχεις μήπως κινόα χωρίς γλουτένη; Η τίποτα vegan;"
Το γκαρσόνι τον κοίταξε.
"Μπορώ να φέρω μια χωριάτικη αν θέλετε"
"Έθνικ κουζίνα,τίποτα με κινεζικό λάχανο;"
"Μπορώ να φέρω λάχανο καρότο"
Σιωπή.
Ο χιπστερ κοίταξε τον σερβιτόρο.

Ο σερβιτόρος μίλησε:
"Μπορώ να σας φέρω νερό τουαλέτας με χρησιμοποιημένα χαρτιά υγείας"
"Είδες που που τελικά κάτι υπάρχει και για εμάς;"
Τη ζευγάρι απόλαυσε το γεύμα τους υπό την μυρωδιά και τον ήχο των πορδών τους.